Το φεγγάρι
στο νερό της Τούλας Τίγγα είναι ένα
ιδιαίτερα καλογραμμένο και προσεγμένο από όλες τις πλευρές βιβλίο με πολύ
ενδιαφέρουσα πλοκή, ιστορικό πλαίσιο και
μαγευτική ατμόσφαιρα. Ο έρωτας , ο
θάνατος, οι σχέσεις των ανθρώπων, ο πόλεμος, οι κοινωνικές ανισότητες και όλα
όσα διαχρονικά ταλαιπωρούν τον άνθρωπο, θίγονται μέσα στις σελίδες του
δημιουργώντας στην κυριολεξία ένα κινηματογραφικό σκηνικό.
Μιλάω με το
φεγγάρι… Κοίτα τι ωραία που επιπλέει πάνω στο νερό της στέρνας! Αλλά κοίτα τώρα
πώς σκορπάει και εξαφανίζεται με το που θα το αγγίξω με το χέρι μου. Φαίνεται
πως έτσι χάνεται και καθετί όμορφο όταν το αγγίζουν ή το παιδεύουν χέρια που
δεν ξέρουν να χαιδεύουν.
Το φεγγάρι λοιπόν παρόν σε μια ιστορία που ακολουθεί την πορεία δυο οικογενειών
καθ’ όλη τη διάρκεια σχεδόν του περασμένου αιώνα.
Χώρος της μυθοπλασίας τα Τρίκαλα και η Θεσσαλία γενικότερα. Κι επειδή προσωπικά πιστεύω ότι ένας άνθρωπος
ωθείται στη συγγραφή ενός βιβλίου πρωταρχικά ορμώμενος από την ανάγκη προσωπικής ενδοσκόπησης δεν μπορώ παρά να
τονίσω ότι τα Τρίκαλα είναι η ιδιαίτερη πατρίδα της συγγραφέως (τη Θεσσαλία τη
συναντούμε εξάλλου και σε άλλα βιβλία της). Το πρώτο λοιπόν που έχω να πω για
το βιβλίο αυτό είναι ότι δίνει την ιστορία του χώρου και της τοπικής κοινωνίας
με τρόπο μαγευτικό που μόνο ένας συγγραφέας λογοτεχνικών βιβλίων μπορεί να
κάνει. Και για να το κάνει χρησιμοποιεί τη βαθιά αγάπη για τον τόπο του, τη
γνώση των ιστορικών στιγμών σε βάθος χρόνου, τα διαβάσματα και την πολύχρονη
ενασχόληση με τα πραγματολογικά στοιχεία και πάνω από όλα τη φαντασία, που την επιστρατεύει για να εμπλέξει στο
εγχείρημα ήρωες που με τη ζωή τους θα κάνουν τον αναγνώστη να γνωρίσει και να
ερμηνεύσει το κλειστό πλαίσιο της ιστορίας μέσα από βιώματα ανθρώπων που
κινούνται σε μια πραγματική ζωή. Έτσι στο βιβλίο Φεγγάρι στο νερό η Τούλα Τίγκα
στήνει μια ιστορία με δεμένη πλοκή, εντάσεις και υφέσεις κατάλληλα διανεμημένες επιστρατεύοντας
μεστό και παράλληλα μαγευτικό λόγο και ολοζώντανες, εκπληκτικές περιγραφές.
Η απελευθέρωση της Θεσσαλίας, η κατασκευή των Θεσσαλικών σιδηροδρομικών
γραμμών, η εξέγερση των αγροτών, η πλημμύρα που κατέστρεψε την περιοχή, οι
βαλκανικοί πόλεμοι, η διαμάχη βενιζελικών και βασιλικών, ο πρώτος παγκόσμιος, η
γερμανική κατοχή, ο εμφύλιος, κι αργότερα η μετανάστευση, η χούντα και η
επαναφορά της δημοκρατίας και παράλληλα
ιστορικές αναδρομές στην τουρκοκρατία ακόμα και στην αρχαιότητα, όλα αυτά
συνδεδεμένα με την ιστορία των κατοίκων της πόλης που διατρέχει ο ποταμός
Ληθαίος, γίνονται χαλί για να απλώσει η Τούλα Τίγγα μια άκρως ενδιαφέρουσα και
ανθρώπινη ιστορία.
Τα πρόσωπα που έρχονται πρώτα στη σκηνή είναι ο τρικαλινός πρώην κολίγος
Πασχάλης Ντάκος, ένας άντρας τολμηρός, ψημένος στον ήλιο του κάμπου, καθαρός
στη συμπεριφορά και απόλυτος στις αποφάσεις και η αρχοντοπούλα Βολιώτισσα
Φιλίτσα Ρούμπου. Ο έρωτας που γεννιέται
ανάμεσά τους στις αρχές του προηγουμένου αιώνα έχει να παλέψει με κοινωνικά
στερεότυπα για να αποδειχτεί δυνατότερος από αυτά αλλά ανίσχυρος μπρος στο
θάνατο.
Δίπλα στους δυο ήρωες μια ποικιλομορφία χαρακτήρων ανδρικών και γυναικείων
ρόλων που σκιαγραφούν τα ήθη της εποχής
και συμβάλλουν στην εξέλιξη της πλοκής. Οι αδερφές του Πασχάλη που δέχονται
υπομονετικά το δεύτερο ρόλο που τους έχει επιφυλάξει η ζωή, τα άτομα της
οικογένειας Καλογιάννη (με τα χαρακτηριστικά του ο καθένας) που έρχονται να
ζήσουν στην ίδια αυλή. Ο αλκοολικός Αποστόλης, η καρτερική Ζώγια, η δυναμική
Διαμάντω, η γλυκειά και στερημένη από έρωτα Αγγέλα, ο ανταγωνιστικός Κωνσταντής κι
άλλοι πολλοί. Και η Λένω, η δεύτερη
γυναίκα του Πασχάλη, πληγωμένη από τον ανικανοποίητο έρωτα της προς το
Νικηφόρο, η γυναίκα που συμβιβάζεται σε μια διαφορετική -από εκείνη που έχει
ονειρευτεί- ζωή και φέρνει μαζί της ένα
υφαντό με ένα φτερωτό άλογο. Τα μάτια αυτού του αλόγου είναι που παρακολουθούν
τα γεγονότα στη ζωή των ηρώων και των απογόνων τους. Κύκλος είναι η ζωή και
ίδια τα βασικά που την ορίζουν σ’ όλες τις εποχές. Τα ονόματα στις δυο οικογένειες
επαναλαμβάνονται και οι νέες ζωές επηρεάζονται μέσω της κυτταρικής μνήμης από
τις ζωές όσων φεύγουν.
Η τρίτη Διαμάντω ζει στη σκιά των τραγικών γεγονότων που σημάδεψαν τη
σύντομη ζωή της πρώτης Διαμάντως. Η δεύτερη Φιλιώ θα βρεθεί δίπλα στη θάλασσα
που απαρνήθηκε η πρώτη, ο δεύτερος Πασχάλης, ο Λίνος, θα αναβιώσει τον έρωτα
του συνονόματου παππού του για μια θαλασσινή, κοκκινομάλα μάγισσα.
Ωστόσο οι ήρωες δεν μένουν στάσιμοι. Εξελίσσονται, παίρνουν λάθος
αποφάσεις, δικαιώνονται ή λυτρώνονται, ταξιδεύουν, γνωρίζουν νέους τόπους, ακολουθούν
τα γεγονότα των εποχών, συμμετέχουν στα δρώμενα των καιρών τους. Η πόλη αλλάζει
μαζί τους υποτασσόμενη κι εκείνη στις προσταγές των εξελίξεων ωστόσο ο αέρας
της κρατά πάντα στη μνήμη μυρωδιές από
περασμένες εποχές, τον ιδρώτα που πότισε τη γη των αγροτών, τους αγώνες και τα
πάθη που σημάδεψαν τη ζωή ανθρώπων, άσημων ίσως ανθρώπων, υπευθύνων ωστόσο για
τη δημιουργία του χαρακτήρα της πόλης.
Ο έρωτας, κινητήριος δύναμη στη ζωή
όλων θα αποκαλύψει μέσα στο βιβλίο της Τούλας Τίγγα όλα του τα πρόσωπα.
Το απόλυτο που αναπτύσσεται ανάμεσα στον Πασχάλη και τη Φιλίτσα.
Το ανικανοποίητο που οδηγεί τη Λένω να συμβιβαστεί, χάνοντας την ευκαιρία
να πετάξει στους ουρανούς με ένα φτερωτό άλογο.
Το διαχρονικό, χωρίς απαιτήσεις, αυτό που ορίζει η μοίρα κι όχι η ίδιοι οι
άνθρωποι της Διαμάντως για τον Αντρέα.
Το εγωιστικό, του Κωνσταντή για τη Ζαμπέτα και το απαγορευμένο, αυτό που δε
δέχεται ούτε Θεός ούτε άνθρωπος και θα δέσει τα δυο ξαδέρφια, το Λίνο και τη
Ζαμπέτα.
Ο έρωτας δίνει δύναμη, καταστρέφει, γίνεται αιτία δημιουργίας και
αυτοσκοπός, καταλύει το θάνατο, γίνεται ένα με εκείνον. Ο έρωτας τιμωρεί και
παράλληλα λυτρώνει.
Ανταγωνισμοί, ζήλια, φιλοδοξίες, διαφορετικές πολιτικές πεποιθήσεις αλλά
και κατανόηση, συμπόνια, συμπαράσταση και αλληλεγγύη δένουν ανθρώπους της ίδιας αυλής, τους χωρίζουν και πάλι τους
ενώνουν έτσι ώστε να πλέξουν το γαϊτανάκι μιας βαθιά ανθρώπινης ιστορίας που
μπορεί να φαντάζει ξένη αλλά στην πραγματικότητα πολλά από τα σημεία της
αφορούν τον καθένα από εμάς.
Τίποτα στη ζωή δεν είναι εύκολο, τίποτα δε χαρίζεται. Το ζητούμενο είναι να
τη ζήσεις, να συμφιλιωθείς με τα λάθη σου, να κοιτάξεις εμπρός ώστε να ρθεί
κάποια στιγμή που θα μπορείς να πεις αυτό που λέει η Τούλα Τίγκα δια στόματος
Ζαμπέτας στο τέλος του βιβλίου:
Έρχεται
κάποτε ο καιρός που ότι αγαπήσαμε, αν δεν κακοφορμίσει κι αν δε χαθεί, γίνεται
φάρμακο και μας γιατρεύει, νεράκι και μας ξεδιψάει.